Η Δύναμη της Θεραπευτικής Σχέσης στην Κοινοτική Ψυχιατρική Φροντίδα

.

Η κοινοτική ψυχιατρική αφορά στη σφαιρική φροντίδα κι αποκατάσταση της υγείας των ψυχικά ασθενών και της οικογένειάς τους στα πλαίσια της κοινότητας. Στοχεύει στη βελτιστοποίηση της κοινωνικής ένταξης κι επανένταξης των ατόμων, στο σεβασμό και την προάσπιση των δικαιωμάτων τους, στην πρόληψη και τον αποστιγματισμό της ψυχικής νόσου, καθώς και στην αγωγή και προαγωγή της υγείας του γενικού πληθυσμού κι ευάλωτων ομάδων.

.

Με άλλα λόγια η κοινοτική ψυχιατρική αποτελεί τον αντίποδα της ασυλικής ψυχιατρικής και βασική ψυχιατρική προσέγγιση σε παγκόσμιο επίπεδο από τα μέσα του 20ου αιώνα. Στην Ελλάδα, η ψυχιατρική μεταρρύθμιση ξεκίνησε τη δεκαετία του 1980, υιοθετώντας τις βασικές αρχές της κοινωνικής και κοινοτικής ψυχιατρικής και προχώρησε στην ίδρυση και λειτουργία υπηρεσιών δομών ψυχικής υγείας στην κοινότητα, η οποία εξελίσσεται μέχρι τις μέρες μας. Η άσκηση και υλοποίηση της κοινοτικής ψυχιατρικής προαπαιτεί ένα τομεοποιημένο δίκτυο διαθέσιμων και προσβάσιμων υπηρεσιών ψυχικής υγείας, που διασφαλίζει το συνεχές της φροντίδας και ψυχοκοινωνικής αποκατάστασης του ασθενούς και της οικογένειάς του, σε ένα καθεστώς διατομεακής και διεπιστημονικής συνεργασίας, καθώς για την πιο ολιστική κάλυψη των αναγκών των ατόμων, η διεπιστημονική ομάδα αποτελείται από άρτια καταρτισμένους επαγγελματίες (ψυχολόγος, νοσηλευτής, κοινωνικός λειτουργός, ψυχίατρος).

.

Συνεπώς, υπό αυτό το πρίσμα η κοινοτική ψυχολογία μελετά τη διερεύνηση της σχέσης του ατόμου με την κοινωνία. Με αυτό τον τρόπο, η κοινωνία και το άτομο δεν εξετάζονται ανεξάρτητα, αλλά συνεργατικά. Σκοπό της, και σε συνδυασμό με τον κλάδο της θετικής ψυχολογίας, αποτελεί η ενδυνάμωση του ατόμου μέσα στην κοινωνία. Ταυτόχρονα, προωθείται η αναγνώριση των προσωπικών δυνατοτήτων του ατόμου και η αξιοποίηση αυτών, ώστε να αποτελεί ενεργό μέλος της κοινωνίας. Έτσι, μέσα από τη δημιουργία καλής σχέσης ατόμου και κοινωνίας, προωθείται η ποιότητα ζωής του ατόμου και παράλληλα, η ευημερία της κοινωνίας.

.

Γενικότερα, για τον εφαρμοσμένο κλάδο της ψυχολογίας και ειδικότερα, στα πλαίσια της κοινοτικής ψυχιατρικής η θεραπευτική σχέση παίζει καθοριστικό ρόλο. Αναφέρεται στην επικοινωνία- σχέση μεταξύ των ατόμων, παρά το γεγονός ότι πρόκειται για μια εξειδικευμένη μορφή συνδιαλλαγής μεταξύ ειδικών από τη μια μεριά, κι ενός ατόμου από την άλλη που δυσλειτουργεί. Αυτή η σχέση αλληλεπίδρασης ενός ατόμου με ένα άλλο (ή με περισσότερα άτομα) έχει μελετηθεί από βασικούς κλάδους της ψυχολογίας, όπως π.χ της κοινωνικής ή αναπτυξιακής. Τα πορίσματα των αντίστοιχων ερευνών οδήγησαν στην αναμφισβήτητη διαπίστωση ότι η σχέση και η αλληλεπίδραση, αποτελεί την κύρια συνιστώσα της ίδιας της ύπαρξης όλων των ανθρώπων. Εξάλλου η σχέση με τους άλλους και φυσικά, τον ίδιο μας τον εαυτό αποτελεί την <<πυξίδα>>, όπου καταγράφεται κάθε μορφή ψυχικής δυσφορίας. (Kalantzi-Azizi & Malikiosi-Loizos, 2021).

.

Ωστόσο, αυτού του είδους η σχέση που αναπτύσσεται είναι διαφορετική από τις υπόλοιπες (προσωπικές ή φιλικές) κι αυτό που τη διαχωρίζει είναι τα όρια και οι κανόνες. Είναι μια σχέση, η οποία διαμορφώνεται σε συγκεκριμένο πλαίσιο, κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες και για έναν συγκεκριμένο σκοπό, την αντιμετώπιση του προβλήματος. Χαρακτηρίζεται, επίσης, από ισοτιμία, σεβασμό, κατανόηση κι άνευ όρων αποδοχή της εμπειρίας του ατόμου.

.

Συμπερασματικά, σε ποικίλες έρευνες, που έχουν πραγματοποιηθεί, έχει διαπιστωθεί πως η εγκαθίδρυση μιας καλής θεραπευτικής σχέσης μπορεί να είναι περισσότερο θεραπευτική απ’ ότι οι τεχνικές που χρησιμοποιούνται. (Σταλίκας & Μερτίκα, 2004). Επίσης, μια καλή σχέση μπορεί να φανεί βοηθητική έτσι ώστε ο θεραπευόμενος να δεχτεί ευκολότερα τη θεραπεία, που του προτείνεται από την εξειδικευμένη ομάδα και να συνεργαστεί από κοινού για την επίτευξη των στόχων που τίθενται κάθε φορά. Επομένως, είναι κάτι που ευνοεί την ενεργό συμμετοχή του ατόμου. Ακόμη, η χρήση της ίδιας της θεραπευτικής σχέσης αποτελεί εργαλείο και ίσως, έναν καλό τρόπο προκειμένου να αντιμετωπιστεί η αντίσταση στη θεραπεία από πλευράς του θεραπευόμενου. Έτσι, ο θεραπευόμενος έχοντας δημιουργήσει μια σχέση εμπιστοσύνης με την ομάδα μπορεί να ακολουθήσει τις κατευθύνσεις που του δίνονται χωρίς να διστάζει. (Καραμανωλάκης και συν., 2015).

.

Εν κατακλείδι, φαίνεται πως η καλλιέργεια κι εγκαθίδρυση της θεραπευτικής συμμαχίας γενικότερα αλλά και ειδικότερα, στα πλαίσια της κοινοτικής ψυχιατρικής φροντίδας, αν αναλογιστούμε τις ποικίλες κι αρκετές φορές, καθοριστικές αποφάσεις που χρειάζεται να λαμβάνονται καθημερινά σε πολλά επίπεδα, είναι ζωτικής σημασίας. Τόσο η φύση της ίδιας σχέσης, όσο και το θεραπευτικό πλαίσιο διαμορφώνουν κι ενισχύουν την ασφάλεια κι εμπιστοσύνη, οι οποίες με τη σειρά τους βοηθούν το άτομο να ενδυναμωθεί και να ανακαλύψει τις εσωτερικές του δυνάμεις, μέσω της θέσπισης των κατάλληλων θεραπευτικών στόχων. Άλλωστε, όπως άξια επισημάνθηκε στο άρθρο η ίδια η θεραπευτική σχέση είναι αυτή που τελικά θεραπεύει το άτομο.

.

ΛΙΘΟΞΟΪΔΟΥ ΣΟΦΙΑ,

Ψυχολόγος- Ψυχοθεραπεύτρια, MSc Θετικής Ψυχολογίας,

Ασκούμενη στο “IASIS | At Centro”

.

Βιβλιογραφία:

  1. Kαραμανωλάκης, Χ., Μιχόπουλος, Γ., & Χαραλαμπάκη, Κ. (2015). Η θεραπευτική σχέση: Θεραπευτικές προσεγγίσεις από την ψυχαναλυτική, τη γνωσιακή και τη συστημική οπτική. Αθήνα: Καστανιώτη.
  2. Σταλίκας, Α., & Μερτίκα, Α. (2004). Η θεραπευτική συμμαχία. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.
  3. Kalantzi-Azizi, A., & Malikiosi-Loizos, M. (2021). The therapeutic relationship in clinical and counseling psychology. Psychology: the Journal of the Hellenic Psychological Society, 26(2), 1-7. doi:https://doi.org/10.12681/psy_hps.26866.